- διάμετρος
- Κάθε χορδή που περνά από το κέντρο ενός κύκλου ή μίας σφαίρας· το μήκος της είναι διπλάσιο από το μήκος της ακτίνας του κύκλου ή της σφαίρας. Ο ίδιος ορισμός δίνεται για οποιαδήποτε κωνική τομή με κέντρο (έλλειψη, υπερβολή). Προκειμένου για την παραβολή, δ. της ονομάζεται κάθε ευθεία παράλληλη με τον άξονα της παραβολής. Σε τυχαία κωνική τομή ο γεωμετρικός τόπος των μέσων των χορδών με μια οποιαδήποτε δεδομένη διεύθυνση είναι μία δ. της κωνικής. Η κοινή διεύθυνση των χορδών και εκείνη της αντίστοιχης της δ. ονομάζονται συζυγείς διευθύνσεις.
* * *διάμετρος, -ον (Α)1. ο διαμετρικός2. ο διαμετρικά αντίθετος3. το θηλ. ως ουσ. η διάμετροςα) η διαγώνιος παραλληλογράμμουβ) ο άξονας τού κώνου4. φρ. (για πλανήτες) «ἐκ διαμέτρου ἀντικείμενοι» — στα αντίθετα σημεία τής ουράνιας σφαίραςνεοελλ.1. η ευθεία γραμμή που διέρχεται από το κέντρο τού κύκλου και καταλήγει σε δύο σημεία τής περιφέρειας2. φρ. «εκ διαμέτρου αντίθετος (ή διάφορος)» — εντελώς αντίθετος ή διαφορετικός.[ΕΤΥΜΟΛ. < διά + -μετρος < μέτρον)].
Dictionary of Greek. 2013.